Σάββατο 7 Αυγούστου 2010

Καληνύχτα κοιλιά μου

Φέτες καβουρντισμένος καφές σε φλυτζάνια
που αστράφτουν στο σκονισμένο δρόμο
σ'οδηγούν συχνά σ'ένα φωτισμένο πανδοχείο
μοναχικών φαντασμάτων κι ανόητων μικρών ψυχών...
ρυπαρές πανουκλιασμένες καμαριέρες με φερετζέδες
φρενάρουν μπροστά στα έκπληκτα κι ηλίθια μπλε μάτια σου
κι ανοιγοκλείνουνε το στόμα σε συγχορδίες μπλουζ
αηδιάζοντάς σε για κάθετι ζωντανό.

Θες να πιεις δυο ζεστά ζαχαροκάλαμα
κι αφουγκράζεσαι την παραδεισένια βουή
που εκτινάσσεται σε δέσμες φωτός
πάνω σε μια παλιά σκουριασμένη τροχαλία
που σου στερεί την έμπνευση και το χειμώνα.

"Ίσως ροχαλίσω απόψε" σκέφτεσαι κι αμέσως
βυθίζεσαι σε βαθιά κι ανείπωτη μελαγχολία
για τα γιατροσόφια των παπάδων του Rock and Roll
για το στόμφο του απελπισμένου κραξίματος
και τη σωτηρία που όταν έρθει θα μοιάζει μάταια.

Δυο πετυχημένοι επιχειρηματίες με μοτοσακό
και τσιχλόφουσκες κρυμμένες στη μασχάλη
σε πλησιάζουν γεμάτοι υποσχέσεις και λίπος.

"Ένα ποτηράκι κονιάκ με αυγολέμονο
θα τόπινα ευχαρίστως
αρκεί να με θυμούνται οι Γκέισσες που κατοικούν
στο ημιάγριο, κεφάτο, σάπιο τούτο λατομείο
πού'ναι γεμάτο επισκέπτες πανδοχείου.

Οι στερήσεις όπου νά'ναι θ'αρχίσουν μικρέ επισκέπτη,
εν'ανάγκη κόβε κρέας απ'τα βυζιά μας και τρώγε,
μόνο κάνε κουράγιο και τραγούδα
για τα παιδιά που χάθηκαν
για τους παλιούς μας φίλους.

1 σχόλιο:

  1. μετα απ αυτο το ποιημα στα σιγουρα πρεπει να πηγες για πλυση στομαχου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή